Σελίδες

Δευτέρα 31 Μαΐου 2010

Αγανάκτηση…

Η μόνη λέξη που έρχεται στο μυαλό από το πρωί που έμαθα τα νέα.

Αγανάκτηση για αυτό που συνέβη και σήμερα σε εκείνο το πολύπαθο κομμάτι της Μεσογείου. Στην μικρή μας γειτονιά, στην ίδια θάλασσα που τραγούδησε ο Μουστακί, στην ίδια που αναδύεται μυρωδιά βασιλικού από ασβεστωμένες αυλές. Στη θάλασσα που κάναμε το πρώτο μας μακροβούτι.

Σε αυτή την θάλασσα σκοτώθηκαν άδικα τόσοι άνθρωποι με την πίστη ότι ξεκίνησαν για κάτι καλό, για να μεταφέρουν ανθρωπιστική βοήθεια σε αβοήθητους αυτού του κόσμου…
Δεν είμαι πολιτικάντης για να σκεφτώ πολιτικά και να ονομάσω τους Παλαιστίνιους απλά μαχόμενους επαναστάτες για την δίκαια επανάκτηση της γης τους ή τρομοκράτες που σπέρνουν τον θάνατο σε εμπορικά κέντρα του Ισραήλ. Είμαι όμως σίγουρη ότι κάπου εκεί ένα μεγάλο μέρος του λαού πονάει γι’ αυτά που δεν έχει ενώ του πρέπουν. Είμαι σίγουρη ότι ο Έλληνας κουβαλάει στο DNA του την μνήμη του «δεν έχω». Πώς να μην νοιαστώ λοιπόν για το «Στόλο της Ελευθερίας»; Πώς να μην ντραπώ που θεώρησα πολύ μακρινά μου αυτά τα παιδιά και δεν τους έστειλα ποτέ τίποτε; Άκουσα κάποτε μία Παλαιστίνια μάνα να μιλάει για τις πορτοκαλιές που είχε στον κήπο της. Για την μυρωδιά των ανθών τους. Λες και ήταν μία κυρία από το Κιάτο ή κάπου εκεί που μοσχοβολούν πορτοκαλιές στους κήπους.

Είναι τόσο μακριά μας λοιπόν;
Είναι μια άλλη Μεσόγειος κι όχι η δικιά μας;
Δεν μας ενδιαφέρει επειδή δεν θρηνούμε δικά μας θύματα;
Επειδή δεν συνέβη στη Σταδίου ή στα Εξάρχεια;
Τα θύματα δεν αλλάζουν ιδιότητα ανάλογα με την σημαία και το όνομα που κουβαλούν.

Γάζα…
Τι περίεργο όνομα με πόσους συνειρμούς. Από την μία θυμίζει πληγή που ματώνει και ζητάει επούλωση, από την άλλη το γάζωμα ενός πολυβόλου.




Τρίτη 25 Μαΐου 2010

H ραπτομηχανή

Μετράς τις απώλειες σου, τις αναμνήσεις σου και προχωράς. Μια χούφτα χώμα, μια προσευχή, ένα λουλούδι. Τραβάς μία γραμμή πάνω από ένα ακόμη τηλέφωνο και μετράς τα χρόνια σου. Πότε έφθασες εκεί; Όταν λυπάμαι νιώθω μία ενόχληση στην τομή μου. Μια τομή από την μία ως την άλλη άκρη του λαιμού μου που μου θυμίζει πόσο θνητοί είμαστε όλοι μέσα στα Prada μας. Όταν πιέζομαι νιώθω πάλι κάτι να με τυραννά. Λες και μία ραπτομηχανή γαζώνει το λαιμουδάκι μου… Βελόνες να με τρυπούν ασταμάτητα από τα δεξιά προς τα αριστερά και τούμπαλιν. Άλλες φορές μέσα στην πίεση φέρνω κοντά μου νοητά κάποιον δικό μου και τον βάζω να μου κρατάει το χέρι, ειδικά όταν η ραπτομηχανή δουλεύει ασταμάτητα… Καμιά φορά με αφήνει για να πάει να ανοίξει την πόρτα που χτυπούν. Να τους υποδεχθεί με ένα καλαμπούρι όπως άλλοτε. Εγώ μένω μόνη μου με την ραπτομηχανή. Άμα ξεχαστώ θα γυρίσω και θα κοιτάξω πίσω μου και μετά μπροστά μου. «Γιατί κορίτσι μου;» θα μου πει… Δεν ξέρω, δεν έμαθα ακόμη, κράτα μου το χέρι, μην μου το αφήσεις.

Παρασκευή 7 Μαΐου 2010

Από τον καναπέ

Μέσα από την οθόνη παρακολούθησα τα επεισόδια εκείνου του Δεκέμβρη στην Αθήνα και έβριζα στα τηλέφωνα.

Όπως και με τις φωτιές στην Χαλκιδική, στην Ηλεία, στην Πάρνηθα… Έκλαιγα κι αναρωτιόμουν γιατί μας ξέχασε ο θεός, πόσο ανέντιμοι είμαστε για να μας γυρίσει την πλάτη.

Χρόνια ολόκληρα παρακολουθούσα σχολές να καταστρέφονται, σπασμένες περιουσίες αγνώστων κι έλεγα πως δεν στέκονται πια στην Στουρνάρη, έρχονται πιο κοντά, σημαίες να καίγονται κι ένιωθα μέσα μου τον θυμό να διώχνει την πίκρα, χτυπούσα δυνατά το χέρι μου στο τραπέζι αλλά μέχρι εκεί.

Η διαμαρτυρία μου ακουγόταν μόνο από τους φίλους μου μετά πρόσθεταν τα δικά τους και μετά ξεχνιότανε, έπρεπε να ξανασυμβεί κάτι στο σαλόνι μας για να επαναφέρουμε στην επιφάνεια εκείνο το παράπονο, τον θυμό, το αει γαμ… στην άκρη της γλώσσας.

Εχθές ντράπηκα.
Θύμωσα, φώναξα, έβρισα, αλλά πάνω από όλα ντράπηκα.
Πάλι στον καναπέ και γεμάτη ενοχές.

ΔΕΝ θέλω να ξεχάσω πάλι, θέλω να κάνω κάτι. Αναλογίζομαι το μέγεθος της ευθύνης μου απέναντι στην καταστροφή της χώρας μου αλλά είναι ελάχιστο μπροστά στην δική τους ευθύνη. Πού ήμασταν τόσον καιρό και τους αφήσαμε ελεύθερους να μας ξεπουλήσουν;
Φορτώναμε τις κάρτες μας, μιλούσαμε στα τσατ, αναρτούσαμε φωτό με τα καινούργια μας παπά και ανταύγειες. Χαιρόμασταν γι’αυτά, λογικό, δεν τα κλέψαμε από κανέναν, δουλέψαμε το κάθε σεντς. Οι περισσότεροι γιατί υπήρχαν και αυτοί που δούλευαν εμάς. Το θέμα είναι ότι μας χάρισαν τον παροξυσμό της υπερκατανάλωσης για να ξεχαστούμε κι εμείς το δεχθήκαμε.
Η σχέση πολίτη και κράτους δεν είναι αμφίδρομη όταν ο πολίτης αδιαφορεί για το τι γίνεται στο κράτος. Κι αυτόματα καταργείται η δημοκρατία. Κι αναρωτιόμαστε γιατί…

Αυτή η χώρα έχει πάψει να γεννάει ήρωες επειδή πίστεψε πως οι πόλεμοι όλοι έχουν τελειώσει.
Και ξαφνικά μείναμε μόνοι μας…
Με τον φόβο και την μιζέρια που μας επέβαλαν τα μήντια, με τον πόνο και την οργή και τα ερωτηματικά, δίχως ήρωες.

Τετάρτη 5 Μαΐου 2010

Όταν ήμουν μικρή φοβόμουν τα τάνκς, σήμερα αυτούς που ήταν απέναντι τους

Θέλω να πάρω τον πυρετο μου και την υψηλή μου πίεση και να πάω για ύπνο.

Εναν ύπνο βαθύ όπου η χώρα μου δεν θα με πληγώνει, εγώ δεν θα την πληγώνω, θα με κερνάει δροσερό καρπούζι κι εγώ θα παίζω πεντόβολα στην ακρογυαλιά...

Θέλω να ζήσω στην Ελλάδα που αγαπώ και να μην με διωχνει, να ξαναζήσω την γύρα στην αγκαλιά του μπαμπά μου σε ενα πράσινο πάρκο της Αθήνας μια Κυριακή μεσημέρι χωρίς άγχος, φόβο, θυμό...

Όταν ήμουν μικρή φοβόμουν τα τάνκς, σήμερα αυτούς που ήταν απέναντι τους.