Σελίδες

Δευτέρα 27 Ιουνίου 2011

Τρομάζεις

Τ
ρομάζεις στον ήχο μιας ημέρας που πέρασε.
Στον αργό βηματισμό με τακούνι στιλέτο
στα πλακόστρωτα σοκάκια
μιας μνήμης που πεθαίνει.
Στη νοσταλγία που φθάνει
πριν κι απαυτό το δείλι.
Στα άδεια κάδρα του μυαλού.
Στα έρημα δωμάτια
μιας καρδιάς πανσιόν β΄ κατηγορίας.
Στους απροσπέλαστους δρόμους της ψυχής
προς  την σωτηρία.
Στους τυραννικούς Γολγοθάδες του πνεύματος
προς την πληρότητα και την αυτογνωσία.  
Τρομάζεις στο άγγιγμα μιας αγάπης
που δεν πρόλαβες να μάθεις τόνομά της.
Στο βλέμμα ενός παιδιού που ίσως να ήταν και δικό σου.
Στην προσευχή σ΄ ένα θεό
που δεν σου μίλησε με λόγια
μόνο με πράξεις.
Στο πολύβουο σεργιάνι του κόσμου
σέναν πλανήτη που ζει
όσο εσύ γεννιέσαι και πεθαίνεις.

Πέμπτη 23 Ιουνίου 2011

Οι αλήθειες του κυρίου Ντε Αντράντε


Πόσο πολύ συμφωνώ μαζί σας κύριε Ντε Αντράντε…


«Μέτρησα τα χρόνια μου και συνειδητοποίησα, ότι μου υπολείπεται λιγότερος χρόνος ζωής απ' ότι έχω ζήσει έως τώρα...
Αισθάνομαι όπως αυτό το παιδάκι που κέρδισε μια σακούλα καραμέλες: τις πρώτες τις καταβρόχθισε με λαιμαργία αλλά όταν παρατήρησε ότι του απέμεναν λίγες, άρχισε να τις γεύεται με βαθιά απόλαυση.
Δεν έχω πια χρόνο για ατέρμονες συγκεντρώσεις όπου συζητούνται, καταστατικά, νόρμες, διαδικασίες και εσωτερικοί κανονισμοί, γνωρίζοντας ότι δε θα καταλήξει κανείς πουθενά.
Δεν έχω πια χρόνο για να ανέχομαι παράλογους ανθρώπους που παρά τη χρονολογική τους ηλικία, δεν έχουν μεγαλώσει.
Δεν έχω πια χρόνο για να λογομαχώ με μετριότητες.
Δε θέλω να βρίσκομαι σε συγκεντρώσεις όπου παρελαύνουν παραφουσκωμένοι εγωισμοί.
Δεν ανέχομαι τους χειριστικούς και τους καιροσκόπους.
Με ενοχλεί η ζήλια και όσοι προσπαθούν να υποτιμήσουν τους ικανότερους για να οικειοποιηθούν τη θέση τους, το ταλέντο τους και τα επιτεύγματα τους.
Μισώ, να είμαι μάρτυρας των ελαττωμάτων που γεννά η μάχη για ένα μεγαλοπρεπές αξίωμα. Οι άνθρωποι δεν συζητούν πια για το περιεχόμενο... μετά βίας για την επικεφαλίδα.
Ο χρόνος μου είναι λίγος για να συζητώ για τους τίτλους, τις επικεφαλίδες. Θέλω την ουσία, η ψυχή μου βιάζεται... Μου μένουν λίγες καραμέλες στη σακούλα...
Θέλω να ζήσω δίπλα σε πρόσωπα με ανθρώπινη υπόσταση.
Που μπορούν να γελούν με τα λάθη τους.
Που δεν επαίρονται για το θρίαμβό τους.
Που δε θεωρούν τον εαυτό τους εκλεκτό, πριν από την ώρα τους.
Που δεν αποφεύγουν τις ευθύνες τους.
Που υπερασπίζονται την ανθρώπινη αξιοπρέπεια
και που το μόνο που επιθυμούν είναι να βαδίζουν μαζί με την αλήθεια και την ειλικρίνεια.
Το ουσιώδες είναι αυτό που αξίζει τον κόπο στη ζωή.
Θέλω να περιτριγυρίζομαι από πρόσωπα που ξέρουν να αγγίζουν την καρδιά των ανθρώπων...
Άνθρωποι τους οποίους τα σκληρά χτυπήματα της ζωής τους δίδαξαν πως μεγαλώνει κανείς με απαλά αγγίγματα στην ψυχή.
Ναι, βιάζομαι, αλλά μόνο για να ζήσω με την ένταση που μόνο η ωριμότητα μπορεί να σου χαρίσει.
Σκοπεύω να μην πάει χαμένη καμιά από τις καραμέλες που μου απομένουν... Είμαι σίγουρος ότι ορισμένες θα είναι πιο νόστιμες απ΄ όσες έχω ήδη φάει.
Σκοπός μου είναι να φτάσω ως το τέλος ικανοποιημένος και σε ειρήνη με τη συνείδησή μου και τους αγαπημένους μου.
Εύχομαι και ο δικός σου να είναι ο ίδιος γιατί με κάποιον τρόπο θα φτάσεις κι εσύ...»


Από τον Mário de Andrade

Τα παραμύθια μου


Τα πιο όμορφα παραμύθια τα σκαρφίστηκα νύχτα.  Παραμύθια με καλές νεράιδες και όμορφα παλληκάρια. Με αστερόσκονη και πολύχρωμες πεταλούδες.  Με ουράνια τόξα και ξανθές πλεξούδες για να τα σκαρφαλώσεις, να τα περπατήσεις χωρίς να πέσεις.  Μα πάνω απ’ όλα με αγάπη. Αγάπη αρκετή για να ξεδιψάσει και ναυαγός, αγάπη αρκετή και για να τον χορτάσει.
Απόψε δεν έχω παραμύθια, δεν έχω δώρα, δεν έχω τίποτε πέρα της μουσικής που μ’ ακολουθεί. Μόνο αυτή.  Οι νεράιδες μου χάθηκαν κάπου στο μαύρο τ’ ουρανού και δεν τις βρίσκω. Κάπου εκεί που είσαι κι εσύ.   

Πέμπτη 16 Ιουνίου 2011

Χάπυ μπέρθντεϊ Τζωρτζ

Σε λένε Γιώργο και μεγάλωσες μέσα σε μία πολιτική οικογένεια. Τρίτη γενιά πρωθυπουργός μίας χώρας που τίμησε τους προηγούμενους της οικογενείας σου, που τόσοι από αυτήν έπιναν νερό στο όνομα τους.

Της ίδιας χώρας που αντιπάθησε την μητέρα σου όταν σε επιστολή της στην Χίλαρυ της είπε ότι ζούσαν το ίδιο δράμα (βλ. κέρατο) κι υπόγραφε ως Πρώτη Κυρία της Ελλάδος ούσα ζωντοχήρα από το κέρατο. Καλά δεν ήταν μόνο αυτό, είχαν προηγηθεί πολλά άρθρα κι επιστολές στον ξένο τύπο για τον χαρακτήρα των Ελλήνων.

Σε έστειλαν να μαθητεύσεις σε ξένα μεγάλα σχολεία, να εργαστείς σε πόστα που εδώ τα έχουν μετανάστες για το χαρτζιλίκι σου (κι εσύ μετανάστης θα πεις ήσουν αλλά όχι οικονομικός μην ξεχνιέσαι), σε διάφορα χωριά της Ελλάδας με προτίμηση στην Κρήτη και στην Αχαΐα για να κάνεις κουμπαριές που δυναμώνουν την εξουσία, κι ύστερα σε έστειλαν στην Κυβέρνηση κι έγινες μικρό κοντό ανέκδοτο Γιωργάκης, κάτι σαν το Αχιλλέας στις κυβερνήσεις Καραμανλή, τι να λέμε…

Η μητέρα σου ήταν πιο σίγουρη από ποτέ ότι θα κυβερνήσεις αυτόν τον τόπο που δεν της χαρίστηκε τελικά όταν μια Ελλάδα κρεμόταν από τα χείλη σου στο «Έμαθες τα νέα πατέρα;» και τι πειράζει αν είχαμε πάντα την αμφιβολία ότι τα έγραψες εσύ.

Δεν ξέρω αν είσαι καλύτερος άνθρωπος από τον πατέρα σου, σίγουρα όμως δεν είσαι ο πατέρας σου κι αυτοί που σε αποθέωναν στις εκλογές στο όνομά του (όχι στο δικό σου) το ήξεραν καλά. Μα κι αν όλοι μας πιστεύαμε ότι δεν είσαι ικανός να ανάψεις φωτιά στις ψυχές των Ελλήνων λάθος κάναμε, κατάφερες μέσα σε λίγο χρόνο να ξεσηκώσεις έναν ολόκληρο λαό, να τον βγάλεις στους δρόμους, να φωνάζει για το δίκιο του. Κι ελπίζω ότι ίσως κατάφερες να τελειώσει η οικογενειοκρατία στην Ελλάδα, να πάψουν οι λίγοι να ξεζουμίζουν τους πολλούς, να είστε βασιλιάδες στην Δημοκρατία μας.

Δεν θέλω να μείνεις στην ιστορία σαν ο γιος του πατέρα σου ή της μητέρας σου, ούτε σαν ο πολιτικός που βούλιαξε την χώρα, αλλά σαν ο πολιτικός που χάρη στα λάθη του έσβησαν τα πολιτικά τζάκια στην Ελλάδα.

Χάπυ μπέρθντεϊ Τζωρτζ.


Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

Το Φιλί


Και ξαφνικά ήρθε το φιλί απ΄το πουθενά να με παρασύρει. Να μου ζητήσει ραντεβού, να το χαρώ, να λαχταρήσω και πάλι. Κι έφερε μαζί του ένα φεγγάρι γεμάτο υποσχέσεις, τόσο μεγάλο και στρογγυλό που έλεγες, τη βγάζει δεν τη βγάζει τη νύχτα χωρίς να εκραγεί, χωρίς να σκορπίσει τα δικά μου θέλω σε ξένες στέγες κι απλωμένες μπουγάδες στα μπαλκόνια…
Και ξαφνικά ήρθε το φιλί σαν μια τρομπέτα βραχνή που σπάει τη νύχτα στα δύο κι η μια χτυπάει το πόδι ρυθμικά στο ξύλινο πάτωμα την ώρα που η άλλη ζαλισμένη μπερδεύεται σε βαμβακερά ιδρωμένα σεντόνια.
Φιλιά και κοκκινάδια…

Miles Davis "Summertime" (1958)